Τα μέτρα του υπουργείου Παιδείας …βλάπτουν σοβαρά την υγεία των εκπαιδευτικών.
Αν και ο επίσημος κρατικός λόγος, χέρι-χέρι με τις ηλεκτρονικές μας κουβερνάντες, τα ΜΜΕ και τους παλατιανούς δημοσιογράφους, πασχίζουν να πείσουν την κοινή γνώμη ότι οι εκπαιδευτικοί είναι οι «τεμπέληδες της εύφορης κοιλάδας», ότι εργάζονται ελάχιστες ώρες την ημέρα και λίγους μήνες το χρόνο, όλες οι έρευνες, στην Ευρώπη, στην Αμερική και στη χώρα μας αποδεικνύουν εδώ και πολλά χρόνια ότι το επάγγελμα του εκπαιδευτικού κατέχει μια από τις πρώτες θέσεις στον κατάλογο των στρεσογόνων επαγγελμάτων. Οι εκπαιδευτικοί ανήκουν στην ομάδα των επαγγελματιών που είναι ιδιαίτερα επιρρεπείς στο «σύνδρομο επαγγελματικής εξουθένωσης».
Η επαγγελματική εξουθένωση είναι ένα σύνδρομο σωματικής και ψυχικής εξάντλησης στο πλαίσιο του οποίου ο εκπαιδευτικός κατακλύζεται από έλλειψη ενθουσιασμού και προσδοκιών, απογοήτευση, απάθεια, αδράνεια, χάνει το ενδιαφέρον του και τα όποια θετικά συναισθήματα έχει για τους μαθητές του, διαμορφώνει αρνητική εικόνα για τον εαυτό του και αδυνατεί να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που ανακύπτουν κατά την εκπαιδευτική διαδικασία.
Σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, το 5-25% των εκπαιδευτικών υποφέρει από το σύνδρομο της επαγγελματικής εξουθένωσης. Στη Γερμανία το ένα τρίτο των εκπαιδευτικών αισθάνεται επαγγελματικά ακρωτηριασμένο, ενώ ένα δεύτερο τρίτο αισθάνεται παραγνωρισμένο και κουρασμένο. Αιτίες είναι οι πολυάριθμες τάξεις, οι αυξανόμενες απαιτήσεις του επαγγέλματος και η συμπεριφορά των μαθητών. Το άγχος, οι απαιτήσεις, ο φόρτος εργασίας και η πίεσης από τον έλεγχο των σχολικών επιθεωρητών είναι κάποιοι από τους λόγους που ωθούν πολλούς εκπαιδευτικούς σε παραίτηση, όπως έγραφε η εφημερίδα «Guardian».
Παγκόσμιο το πρόβλημα
Στη Γαλλία, οι εκπαιδευτικοί έχουν περισσότερο άγχος συγκριτικά με άλλα επαγγέλματα, (όπως αναφέρεται στην εφημερίδα «Times Educational Supplement»), ενώ κατά την ίδια εφημερίδα και στον Καναδά αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα λόγω του άγχους και του υπερβολικού φόρτου εργασίας. Στην επαρχία Skatchewan μάλιστα, το 30% των εκπαιδευτικών παραιτείται μετά από 5 χρόνια εκπαιδευτικής υπηρεσίας. Το άγχος τους προκαλείται από την έλλειψη βιβλίων, την ένταξη μαθητών με μαθησιακές δυσκολίες στην τάξη, τη γραφειοκρατία, το νέο αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών.
Τέλος, η αύξηση του αριθμού των μαθητών στις ΗΠΑ, χωρίς την απαιτούμενη υποδομή στα σχολεία, δημιουργεί αγχογόνες καταστάσεις, όπως επισημαίνεται σε δημοσίευμα της εφημερίδας «Los Angeles Times».
Ας έρθουμε τώρα στη χώρα μας. Στην Ελλάδα, διάφορες έρευνες συγκλίνουν ότι ένα ποσοστό των εκπαιδευτικών που φτάνει περίπου το 25% βιώνει υψηλή ή μεσαία συναισθηματική εξάντληση, ενώ καταγράφεται επίσης ότι ένα ακόμη μεγαλύτερο τμήμα εκπαιδευτικών αισθάνεται ότι δεν μπορεί να είναι αποτελεσματικό στη δουλειά του.
Σύμφωνα με έρευνα που παρουσίασε το Ελληνικό Ινστιτούτο Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας (ΕΛΙΝΥΑΕ) το 2000 αναφέρεται ότι από τα πλέον συνήθη προβλήματα που σχετίζονται με την εργασία είναι το άγχος σε ποσοστό 28% και η επαγγελματική εξουθένωση σε ποσοστό 23%. Σε άλλη έρευνα (Κάντας – Αρέθας, 1998) αναφέρονται ως κυριότερες πηγές άγχους, ο υπερβολικός φόρτος εργασίας, η έλλειψη κονδυλίων, η οργανωτική και διοικητική δομή του σχολείου, το επίπεδο των μαθητών, ο χαμηλός μισθός, η έλλειψη σεβασμού, η έλλειψη ευκαιριών για επιμόρφωση κ.λπ. Όλα αυτά τα βλέπει ως πηγή επαγγελματικού άγχους πάνω από το 70% των εκπαιδευτικών.
Το έδαφος
της επαγγελματικής
εξουθένωσης
Ας πάρουμε τα πράγματα με μια σειρά: η αναμονή του διορισμού, συνήθως πολύχρονη, η αλλεπάλληλη τοποθέτηση σε θέσεις «αναπληρωτή», και οι μετακινήσεις σε διάφορες περιοχές του ελλαδικού χώρου λιπαίνουν το έδαφος της επαγγελματικής εξουθένωσης του εκπαιδευτικού.
Ας αρχίσουμε από τον πτυχιούχο μιας καθηγητικής σχολής, ο οποίος ενδιαφέρεται να βρει μια θέση εκπαιδευτικού στη σχολική εκπαίδευση. Και για να μη μιλάμε στον αέρα ας δούμε τι προβλέπει ο νέος νόμος για τις προσλήψεις των εκπαιδευτικών: Ακούστε λοιπόν: τελειώνει κάποιος π.χ. τη φιλολογία. Για να έχει τη δυνατότητα απλά να διεκδικήσει μια θέση στη σχολική εκπαίδευση πρέπει να ολοκληρώσει ξέχωρα από τα άλλα τα μαθήματά του ένα εξάμηνο σπουδών εντός ή εκτός των προπτυχιακών του σπουδών για να λάβει Πιστοποιητικό Παιδαγωγικής Επάρκειας. Μετά από αυτό πρέπει να στοχεύσει σε πιστοποίηση ξένης γλώσσας και χειρισμού Η/Υ καθώς αυτά του προσφέρουν κάποια μόρια. Παράλληλα, πρέπει να επιστρέψει σε φροντιστηριακά θρανία για να μπορέσει να πάρει μέρος σε κάποιον ή σε κάποιους διαγωνισμούς του ΑΣΕΠ. Παράλληλα πρέπει να έχει στο νου του κάποιο μεταπτυχιακό καθώς και αυτό μοριοδοτείται. Ωστόσο, όλα αυτά πρέπει να συνδυαστούν με όργωμα της επαρχίας για να μαζευτούν μόρια εφόσον βέβαια έχει εξασφαλίσει μια κάποια χρηματοδότηση από την οικογένεια. Αν όλα αυτά πάνε καλά και η οικογένεια έχει τη δυνατότητα να τον χρηματοδοτεί περίπου 5-10 χρόνια μετά την κτήση του πτυχίου του δίνει στο ΑΣΕΠ, σε έναν διαγωνισμό που είναι τροχός της τύχης και που απαξιώνει το ίδιο του το πτυχίο. Σε περίπτωση που ανήκει στο προνομιούχο 5% περίπου και έχει προβιβάσιμο βαθμό στο διαγωνισμό δεν έχει καθόλου σίγουρο ότι αυτό θα του ανοίξει την πόρτα του σχολείου. Αν ξεπεράσει και αυτό το εμπόδιο και προσληφθεί, τότε για δύο χρόνια κινδυνεύει να μετατραπεί σε υπήκοο καθώς θα βρεθεί κάτω από το άγρυπνο βλέμμα του μέντορα του σχολικού σύμβουλου και του διευθυντή που μπορούν, με βάση το θεσμικό πλαίσιο να τον οδηγήσουν στην αφετηρία με μια αρνητική κρίση. Το νέο αυτό νομοθετικό πλέγμα μπορεί να δημιουργήσει πραίτορες και υπηκόους. Αυτό μπορεί να είναι το έδαφος για να έχουμε μια νέας μορφής επαγγελματική εξουθένωση του εκπαιδευτικού, από τα αποδυτήρια, δηλαδή από τα πρώτα χρόνια της επαγγελματικής του πορείας.
Το σχολείο
των δυσαρεστημένων
Ας έρθουμε τώρα στους εκπαιδευτικούς που έχουν 5 ή 10 ή 20 χρόνια υπηρεσίας. Σε ποιο ακριβώς περιβάλλον ζουν και εργάζονται; Ποιο είναι το υπαρκτό σχολείο;
Μιλάμε για το σχολείο των δυσαρεστημένων. Αυτή είναι η σωστή ονομασία του σημερινού σχολείου που βιώνει ο εκπαιδευτικός.
Οι γονείς είναι δυσαρεστημένοι καθώς πληρώνουν πολύ ακριβά τη φοίτηση των παιδιών τους στην κατ' επίφαση δημόσια και δωρεάν εκπαίδευση. Μάλιστα η δυσαρέσκειά τους τροφοδοτείται δικαίως, ακόμη περισσότερο σήμερα, αφού η «επένδυση» στο σχολικό των παιδιών τους, έχει όλο και λιγότερη «απόδοση» όπως αποδεικνύει η καθημερινή εμπειρία και τα στατιστικά στοιχεία με τους δεκάδες χιλιάδες άνεργους, ετεροαπασχολούμενους και υποαπασχολούμενους πτυχιούχους. Ας τους ρωτήσουμε ποιος νομίζουν ότι φταίει: ο εκπαιδευτικός.
Οι μαθητές είναι δυσαρεστημένοι γιατί «ροκανίζουν» την εφηβεία τους στο τρίγωνο σχολείο – φροντιστήριο – ιδιαίτερο, σ΄ ένα «εκπαιδευτικό σύστημα αμάθειας». Περισσότερο από ποτέ το σχολείο βιώνεται από τους πρωταγωνιστές του ως χώρος «εξεταστικής θυσίας», σαν μια άχαρη και ψυχρή «αίθουσα αναμονής» στην οποία αναγκαστικά περιμένει ο μαθητής μέχρι να έρθει η ώρα του μοιράσματος των τίτλων. Ας τους ρωτήσουμε τι νομίζουν ότι ευθύνεται για την άχαρη ζωή τους: ο εκπαιδευτικός.
Απαξίωση και διάψευση
Οι εκπαιδευτικοί είναι δυσαρεστημένοι γιατί παράλληλα με τα οικονομικά προβλήματα που τους οδηγούν στην αναζήτηση δεύτερης δουλειάς, βαραίνουν και τα βαριεστημένα μάτια των μαθητών που προγυμνάζονται στο διπλανό φροντιστήριο ενώ από την άλλη «πλακώνονται» από το εχθρικό υπονοούμενο της κοινής γνώμης που έντεχνα κατευθύνεται να τους θεωρεί μοναδικούς υπεύθυνους.
Πλησιάζουμε την καρδιά του προβλήματος. Ξέρετε ποιο γεγονός μπορεί να σπάσει το ηθικό ενός εκπαιδευτικού περισσότερο ακόμη και από την οικονομική θηλιά που του έχει βάλει το υπουργείο Παιδείας; Γιατί να διαβάσω δάσκαλε;
Ας δούμε ορισμένες πιο χειροπιαστές αιτίες:
1) Η συμπεριφορά των μαθητών, όσο το σχολείο απαξιώνεται, όσο ο νέος άνθρωπος απομακρύνεται έντεχνα από την αντίληψη ότι η γνώση είναι δύναμη που μπορεί να αλλάξει τον κόσμο αρκεί να κάνει συλλογικά όνειρα, όσο οι επαγγελματικές προοπτικές στενεύουν, όσο ο εκπαιδευτικός σπρώχνεται να αντιμετωπίσει το μαθητή χωρίς τη λογική της διαπαιδαγώγησης, τόσο θα αυξάνουν τα φαινόμενα της σχολικής παραβατικότητας, το φτύσιμο και η παγερή αδιαφορία.
2) Οι κακές εργασιακές σχέσεις, (μισθός, εξέλιξη, έλλειψη εποπτικού υλικού, η αίσθηση ότι δεν ελέγχει αυτά που συμβαίνουν στο χώρο εργασίας του, η αίσθηση ότι δεν τον λαμβάνουν καθόλου υπόψη στις εκπαιδευτικές αλλαγές, το ράβε – ξήλωνε).
3) Η καλλιέργεια ανταγωνιστικού κλίματος μεταξύ των εκπαιδευτικών, η ανασφάλεια της αρνητικής αξιολόγησης,
4) Οι οργανωτικές απαιτήσεις της εκπαίδευσης και, συγκεκριμένα, η ανάγκη συνεχούς παρακολούθησης και ολοκλήρωσης του αναλυτικού προγράμματος σε συγκεκριμένα χρονικά πλαίσια, για παράδειγμα στα Λύκεια με τις πανελλαδικές. Το σχολείο και η μαθησιακή διαδικασία αντιμετωπίζεται σαν μια εταιρεία τρένων που το μόνο που ενδιαφέρει είναι να τηρηθούν τα ωράρια.
5) Η αδυναμία του να αντεπεξέλθει στα διδακτικά του καθήκοντα, είτε λόγω απειρίας είτε λόγω ανεπάρκειας (ανεπαρκή επιμόρφωση, αλλαγές στο γνωστικό και διδακτικό αντικείμενο).
6) Η διάψευση των προσδοκιών του για το ρόλο του στην εκπαίδευση, η αίσθηση της εγκατάλειψης και ο συμβιβασμός με την υπάρχουσα κατάσταση.
Τρίτη 7 Δεκεμβρίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου